01245 同源字

字源:καθαρός
原文Strong's number出现次数中文
ἀκαθαρσία, ας, ἡ0016710不纯洁,不道德;不良的动机;污秽,腐烂
ἀκάθαρτος, ον0016932不洁的,污秽的
διακαθαίρω012451扬净,打谷( 路 3:17
διακαθαρίζω012451扬净,打谷( 太 3:12
ἐκκαθαίρω015712洁净
καθαίρω025081清除,洁净,修剪(枝子)( 约 15:2
καθαρίζω0251131洁净,使纯洁;宣布在礼仪上为可悦纳的
καθαρισμός, οῦ, ὁ025127洁净,洁净礼
καθαρός, ά, όν0251327洁净的,干净的;纯洁的,无罪的
καθαρότης, ητος, ἡ025141纯洁,洁净( 来 9:13
περικάθαρμα, ατος, τό040271垃圾( 林前 4:13